Είναι άραγε μια vegan διατροφή περισσότερο βιώσιμη ή μήπως το κρέας τοπικής παραγωγής είναι καλύτερη επιλογή;

Ισχυροί συσχετισμοί μεταξύ μιας διατροφής υψηλής περιεκτικότητας σε κρέας και της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης.

Μια νέα έρευνα από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης είδε το φως της δημοσιότητας μετά τη πρόσφατη δημοσίευσή της στο περιοδικό Nature, δίνοντας σημαντικές πληροφορίες για τον αντίκτυπο των διαφόρων διατροφικών επιλογών στο περιβάλλον.

Η μελέτη συγκέντρωσε και ανέλυσε δεδομένα 55.000 ατόμων, αποκαλύπτοντας στοιχεία για την κατανάλωση κρέατος και τον κομβικό της ρόλο στην επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Παρουσιάζονται, ακόμα, κρίσιμες πληροφορίες για τα αέρια του θερμοκηπίου, την εκμετάλλευση γης, τη χρήση νερού και την πιθανή απώλεια βιοποικιλότητας από ανασκόπηση 570 ζωών σύμφωνα με αξιολογήσεις κύκλου ζωής (LCA), που καλύπτουν περισσότερες από 38.000 φάρμες σε 119 χώρες. 

Τα κύρια ευρήματα

Βρέθηκε ότι η κατανάλωση μιας λιγότερο βιώσιμης vegan διατροφής είναι πιο φιλική προς το περιβάλλον συγκριτικά με την βιωσιμότερη διατροφή ενός κρεατοφάγου. Ακόμα, βρέθηκε ότι τα περιβαλλοντικά οφέλη μιας vegan διατροφής είναι πολλά λαμβάνοντας υπόψη διάφορες συνιστώσες. Πιο συγκεκριμένα:

  • Εκπομπές αερίων θερμοκηπίου: Η vegan διατροφή εμφάνισε έως και 75% χαμηλότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε σύγκριση με τις εκπομπές που προκύπτουν από διατροφές υψηλής περιεκτικότητας σε κρέας.
  • Χρήση γης: Η επίδραση της vegan διατροφής αντιστοιχεί στο 25% του αντίκτυπου της χρήσης γης σε σύγκριση με το 75% που προκαλούν οι διατροφές υψηλής ποσότητας κρέατος.
  • Χρήση Νερού: Η κατανάλωση νερού που σχετίζεται με την vegan διατροφή αντιστοιχεί στο 46% της διατροφής με υψηλά επίπεδα κατανάλωσης κρέατος, γεγονός που καταδεικνύει την σημαντική διατήρηση των υδάτινων πόρων.
  • Ρύπανση του νερού: Οι vegan διατροφές είχαν σημαντικά μικρότερη επίδραση στην ρύπανση των υδάτων σε ποσοστό 73% σε αντίθεση με τις διατροφές με υψηλή ποσότητα κρέατος.
  • Βιοποικιλότητα: Η μελέτη έδειξε ότι οι vegan δίαιτες είχαν μόλις το 66% της διατροφικής επίδρασης στη βιοποικιλότητα, τονίζοντας τον ρόλο τους στη διατήρηση της ευαίσθητης ισορροπίας των οικοσυστημάτων.

Οι περιβαλλοντικοί δείκτες έδειξαν θετική συσχέτιση με τις ποσότητες προϊόντων ζωικής προέλευσης που καταναλώθηκαν, με διάστημα εμπιστοσύνης 95%.

Σημειώνεται ότι στην μελέτη αυτή, οι διατροφές υψηλής περιεκτικότητας σε κρέας (high meat-eaters) ισοδυναμούσαν με κατανάλωση ποσότητας κρέατος μεγαλύτερη ή ίση των 100 g την ημέρα, ενώ η ποσότητα εκείνων που κατανάλωναν περιστασιακά κρέας (low meat-eaters) ήταν μικρότερη των 50 g την ημέρα.

Η μετάβαση σε μια περιστασιακή κατανάλωση κρέατος επιδρά σημαντικά στο περιβάλλον

Ένα ακόμα ενδιαφέρον εύρημα που παρουσιάζει η εν λόγω μελέτη αφορά το διατροφικό μοτίβο χαμηλής περιεκτικότητας σε κρέας. Παρατηρούνται μεγάλες διαφορές στον περιβαλλοντικό αντίκτυπο που φέρει η διατροφή για ομάδες με χαμηλότερη (αλλά και κάποια) κατανάλωση κρέατος. Συγκεκριμένα, φάνηκε ότι και για εκείνους που προτιμούν την κατανάλωση κρέατος σε χαμηλές ποσότητες, ο αντίκτυπος στις περισσότερες περιβαλλοντικές συνιστώσες ήταν τουλάχιστον 30% χαμηλότερος από αυτούς που προτιμούν διατροφές υψηλής περιεκτικότητας σε κρέας. Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι δεν χρειάζεται να γίνουν vegan ή χορτοφάγοι για να συνεισφέρουν θετικά στο περιβάλλον!

Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η υιοθέτηση διατροφών πλούσιων σε φυτικά τρόφιμα όχι μόνο δρα ευεργετικά στην υγεία μας, αλλά υποστηρίζει επίσης ένα βιώσιμο και πιο πράσινο μέλλον για όλους. Οι διατροφικές μας επιλογές αποτελούν μέρος της κοινωνικής μας ευθύνης, γι’ αυτό είναι σαφές ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να αναλάβουν δράση και να εισαγάγουν μέτρα για να ενθαρρύνουν τις φυτικές επιλογές τροφίμων. Οι αλλαγές στις δίαιτες προς την κατανάλωση φυτικής προέλευσης τονίστηκαν επίσης το 2021 στην έκθεση της Εθνικής Στρατηγικής Τροφίμων, η οποία απαιτούσε μείωση κατά 30% στην κατανάλωση κρέατος.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *